Ψόφησε το γομάρι και μας έμεινε το… σαμάρι

5Αντώνη, σε έχω χάσει! Πού είναι εκείνη η εποχή που έτρεχες στα Ζάππεια και μας έδινες ελπίδα και προοπτική για ν’ αντέξουμε τα υφεσιακά μέτρα της τρόικας και να πειστούμε για τη σωτηρία της πατρίδας. Πού είναι εκείνη η εποχή, Αντώνη, που πήγαινες πάνω κάτω και ζητούσες εκλογές και αυτοδυναμία ώστε εφαρμόσεις απερίσπαστος το αναπτυξιακό σου πρόγραμμα, να μειώσεις τη φορολογία των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων, τους άμεσους και τους έμμεσους φόρους, με δέσμες μέτρων και με συνταγές σίγουρες.

Τώρα σε περιμένω κάπου να σε συναντήσω, αλλά εσύ πουθενά. Σε περιμένω στη Βουλή να μου δώσεις θάρρος και να αντιπαρατεθείς στους μνημονιακούς υπουργούς και στα άδικα και ατελέσφορα μέτρα. Τίποτα. Ακόμα και στην ώρα του πρωθυπουργού, δικό σου προνόμιο βάσει του κανονισμού της Βουλής, ακόμα κι εκεί άφαντος είσαι. Κάποιον άλλον αφήνεις πάντα στο πόδι σου, μέχρι που συλλογιέμαι ότι κάτι θέλεις να μας πεις μ’ αυτό, ότι ίσως όταν φτάσει εκείνη η καταραμένη ώρα των επόμενων εκλογών -που κανείς βέβαια δεν τις θέλει, κατά τα λεγόμενά σου- μήπως πάλι κάποιο στουρνάρι αφήσεις στο πόδι σου να διεκδικήσει την πρωθυπουργία και χάσει ο τόπος την καλή τη ράτσα και ξεπέσει. Και πώς να τις θέλει, δηλαδή, ο κόσμος τις εκλογές, που τόσα περίμενε από τις προεκλογικές διακηρύξεις και από τις μετεκλογικές προγραμματικές σας συμφωνίες και τίποτα από όλ’ αυτά δεν είδε, μέχρι που άρχισε να υποπτεύεται ότι δεν είσαι εσύ που κυβερνάς, Αντώνη.

Σε περιμένω να σε δω και να σε καμαρώσω, αλλά εσύ έχεις άλλες ασχολίες, ύψιστες απ’ ό,τι φαίνεται, μιλάς με τον Ύψιστο και κανονίζεις την πορεία σου. Κι αν ο Ύψιστος κάποια στιγμή δεν ανταποκριθεί, έχεις άλλους ύψιστους εσύ στους οποίους απευθύνεσαι για να πάρεις γραμμή. Σε περιμένω, Αντώνη, να εμφανιστείς, γιατί είσαι ο τελευταίος σ’ αυτή τη χώρα που αρνήθηκε να γίνει δηλωσίας και το εκτιμώ πολύ αυτό. Όλοι οι άλλοι πήγαν και υπέγραψαν ό,τι τους ζήτησαν, για να σωθεί η πατρίδα βέβαια, αλλά εσύ βράχος, ούτε για να σωθεί η πατρίδα δεν υπογράφεις, έχεις την αξιοπρέπειά σου εσύ.

Μονάχα σε προστατευμένα περιβάλλοντα μπορώ να σε παρακολουθήσω πλέον, από την τηλεόραση μονάχα, είναι γνωστή άλλωστε η φωτογένεια και οι τηλεοπτικές σου επιδόσεις – έτσι δεν σάρωσες και τον Τσίπρα στο ντιμπέιτ στις τελευταίες εκλογές και του πήρες την μπουκιά μέσα απ’ το στόμα;

Αχ, αυτοί οι επικοινωνιολόγοι, πήγαν τότε να σε καταστρέψουν. Σου ’λεγαν, οι άσχετοι, ότι δεν πρέπει να εκτεθείς σε δημόσια αντιπαράθεση και διάλογο, αλλά εσύ ήξερες τι έκανες, βγήκες στο γυαλί και τα πήρες όλα δικά σου. Έχε το νου σου, όμως, γιατί και τώρα μου φαίνεται ότι οι επικοινωνιολόγοι σου βυσσοδομούν εις βάρος της δημόσιας εικόνας σου. Σ’ έχουμε χάσει, Αντώνη, κι είμαστε ορφανοί. Δεν μας νοιάζει που δεν υπάρχουν δουλειές, δεν μας ενοχλεί που τις  τελευταίες οικονομίες μας τις ρουφάει η εφορία με το καλαμάκι, δεν μας πειράζει που τα μαγαζιά είναι ξενοίκιαστα ή άδεια. Αλλά δεν αντέχουμε στην ιδέα ότι μας γυρίζεις την πλάτη και συνομιλείς μονάχα με ξένους ηγέτες ή με τους άλλους δύο πολιτικούς αρχηγούς – κι από δημόσιες εμφανίσεις τίποτα. Μέχρι στο συνέδριο του Economist θα ’ρθω την άλλη φορά να σε παρακολουθήσω, γιατί έχω κάνει μαύρα μάτια να σε δω. Αχ, αυτοί οι επικοινωνιολόγοι, να μην έχουν εμπιστοσύνη στον λαοπρόβλητο λαϊκό ηγέτη, τον μακράν καταλληλότερο για πρωθυπουργό, και να τον κρύβουν μέσα στη γυάλα του Μαξίμου και πίσω από τα τιτιβίσματα του Μουρούτη.

Μερικοί διατείνονται ότι, όπως όλοι οι προκάτοχοί σου, σ’ έχουν κλεισμένο μέσα σ’ ένα γυάλινο πύργο ο Φαήλος κι ο Χρύσανθος και δεν έχεις επαφή με τα προβλήματα. Εγώ το ξέρω καλά όμως, το άκουσα και στο διάγγελμά σου τις προάλλες, γιατί οι επικοινωνιολόγοι σού έχουν πει ότι διαγγέλματα δεν πειράζει να εκφωνείς, εκεί που υπάρχει αντίλογος μόνο να μην πηγαίνεις, το άκουσα στο διάγγελμά σου, λοιπόν, ότι πονάς πάρα πολύ για τα βάσανα των υπηκόων σου, ότι δεν θα τους δώσεις ποτέ ψεύτικες υποσχέσεις, αλλά ότι παρ’ όλα αυτά τα δύσκολα πέρασαν. Υπάρχουν βέβαια ορισμένες απειλές ακόμα για την πατρίδα, αλλά με την κοινή προσπάθεια θα ξεπεραστούν κι αυτές.

Εντάξει, μεταξύ μας, δεν θα ’πρεπε να ξεπεραστούν οι απειλές για την πατρίδα και τόσο γρήγορα, η βιασύνη ποτέ δεν ωφελεί – πρέπει πρώτα να διευθετηθεί η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος προς όφελος ορισμένων τζακιών, να ξαναξεκινήσει η κατασκευή των μεγάλων αυτοκινητόδρομων προς όφελος κάποιων άλλων, κι ας μην υπάρχουν πια αυτοκίνητα να τρέξουν σ’ αυτούς, δεν πειράζει, να αξιοποιηθούν καταλλήλως κάποια φιλέτα του δημοσίου, γενικώς το κράτος να απελευθερωθεί από τα βαρίδια του που θα τα φορτωθούν κάποια κορόιδα κι έτσι εμείς θα γλιτώσουμε.

Με τα δικά σου βαρίδια δεν ξέρω τώρα τι πρόκειται να κάνεις. Η αλήθεια είναι ότι δεν το περίμενες να συγκυβερνάς με Βενιζέλο και Κουβέλη, αν το ’ξερες ουδέποτε θα είχες κυνηγήσει εκείνες τις εκλογές, καλός ήταν ο Παπαδήμος κα μετά έβλεπες τι θα ’κανες. Αλλά σου ’λαχε εσένα να πιεις το πικρό ποτήρι, να μη σε αφήνουν να ασκήσεις απερίσπαστος τις συνταγματικές προνομίες σου ως πρωθυπουργός και να σε παρενοχλούν σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορείς να εφαρμόσεις ούτε το οικονομικό σου πρόγραμμα και τις φοροαπαλλαγές, να σ’ εμποδίζουν να βγάλεις τις κουκούλες από τους κουκουλοφόρους και να ανακαταλάβεις τις πόλεις. Τίποτα δεν σου επιτρέπουν να κάνεις όπως το θες, κι ας συμφωνούν σε τελική ανάλυση μαζί σου ακόμα και στην αστυνόμευση, στη μη παραχώρηση ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών, στο χαράτσι, στις απολύσεις στο Δημόσιο και στον υπερφυσικό ΦΠΑ. Αλλά ενώ εσύ θυσιάζεσαι καθημερινά για να σώσεις την πατρίδα, εκείνοι μονάχα την παρτίδα και το πολιτικό κόστος κοιτάνε και προσπαθούν να σου το επιρρίψουν εσένα – ευτυχώς που εσύ δεν λογαριάζεις τίποτα. Πόσο, δηλαδή, ακόμα πολιτικό κόστος μπορεί να φορτωθεί ένας πρωθυπουργός που εφαρμόζει τις δικές σου πολιτικές;

Θα μου πεις τώρα ότι διαπραγματεύεσαι, ότι δημιούργησες πλεόνασμα, ότι έριξες το επιτόκιο των δανείων και τα επιμήκυνες. Ξέρω, ξέρω, όλ’ αυτά είναι πέρα για πέρα αλήθεια, αλλά για κάποιο μυστήριο λόγο ο ελληνικός λαός αρνείται να καταλάβει το έργο σου και πηγαίνει και αυτοκτονεί σωρηδόν, παρατάνε τα σπίτια τους και τρέχουν σε συσσίτια για να δημιουργήσουν ψευδείς εντυπώσεις στη διεθνή κοινή γνώμη, κάνουν ό,τι μπορούν, τέλος πάντων για να αποδομήσουν το έργο σου, να ανεχθούν τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται, να συντηρήσουν τις εστίες της ανομίας και να ενισχύσουν τα άκρα – έτσι, από πείσμα.

Το μόνο, βρε Αντώνη, που δεν καταλαβαίνω είναι τι ακριβώς πρεσβεύεις εσύ στον μάταιο τούτο κόσμο. Σε ήξερα για υπερπατριώτη, να όμως τώρα που αφήνεις στην άκρη και την ΑΟΖ και το Σκοπιανό (όχι ότι προσωπικά θα ήθελα να δω να εφαρμόζονται οι πολιτικές σου σ’ αυτά τα θέματα). Ακόμα και την Κύπρο την άφησες στην τύχη της, και ευτυχώς που βρέθηκε ο Σάλλας να πάρει τις κυπριακές τράπεζες από το υστέρημά του και με δικό του ρίσκο και κάπως σώθηκε το παιχνίδι. Τα σύνορα με την Αλβανία που άνοιξες κάποτε και καμάρωνες τα έκλεισες πάλι – αυτό δεν το καταλαβαίνω. Φιλελεύθερος ήσουν και ήθελες να μειώσεις τους φόρους αλλά τίποτα, αυτοί όλο και αυξάνονται σε πείσμα του φιλελευθερισμού σου. Θρήσκος είσαι, αλλά κι αυτό το πράγμα να βάλεις τη συνεδρίαση της Βουλής για τα επαχθή εφαρμοστικά μέτρα ανήμερα των Βαΐων δεν συνάδει. Ακραιφνής δεξιός ήσουν, και τόσον καιρό ανέχεσαι να κυβερνάς μαζί με σοσιαλδημοκράτες και με αριστερούς. Τι θέλεις σ’ αυτό τον κόσμο, Αντώνη, και τι επιδιώκεις, ούτε κι εσύ δεν το ’χεις ξεκαθαρίσει μου φαίνεται. Υποθέτω όμως ότι το κάνεις για το καλό της πατρίδας, οπότε εντάξει.

Εκεί που σε παραδέχομαι είναι στον χειρισμό της ποίησης. Δεν σου το ’χα, ρε συ Αντώνη, να παίζεις τον Ελύτη στα δάχτυλα, κι ας είχε πάρει θέση υπέρ της Πολιτικής Άνοιξης, της Χαμένης Άνοιξης λέω εγώ, αλλά αυτό δεν ανήκει στο σώμα της ποιήσεως οπότε δεν είσαι υποχρεωμένος να το καταλάβεις.

Σε θαύμασα πριν από λίγον καιρό που ξετρύπωσες εκείνο το καταπληκτικό απόσπασμα από τον «Μικρό ναυτίλο» του Ελύτη: «Εάν αποσυνδέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις». Εντάξει, μερικοί κακοπροαίρετοι λένε ότι το απήγγειλες λάθος, πως ούτε τρεις αράδες δεν μπορείς να διαβάσεις σωστά, είπες «εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα» και όχι «εάν αποσυνδέσεις». Αλλά αυτό είναι για μένα λεπτομέρεια. Είτε έτσι το πεις είτε αλλιώς, το νόημα δεν αλλάζει, ίσως μάλιστα η δική σου εκδοχή να είναι ακριβέστερη – πώς στα κομμάτια μπορούσε να φανταστεί ο Ελύτης πού θα φτάσει η χώρα επί των ημερών σου. Εντάξει, λοιπόν, την αποσύνθεσες την Ελλάδα, τα κατάφερες, μπράβο σου.

Τα άλλα, τώρα, την ελιά και το αμπέλι και το καράβι, άσ’ τα, είναι δική μας δουλειά. Έτσι που τα κατάφερες, σιγά μη σου αναθέσουμε και τη λεπτή, επίπονη και απαιτητική αποστολή της ανασύνθεσης της χώρας – μη χάσουμε.

Σχετικά θέματα:

Τον λένε Βαγγέλη

 Προς νοικοκυραίους επιστολή

5 responses to “Ψόφησε το γομάρι και μας έμεινε το… σαμάρι

  1. Νυχτερινά παιχνίδια με χώμα…

    Όταν ήμουν μικρός ,μαθητής στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, κατασκεύαζαν την εθνική…Αθηνών – Πατρών.
    Το σπίτι μου μια ανάσα από τα έργα.
    Πηγαίναμε λοιπόν με φίλους, τα απόγευμα που είχαν σχολάσει οι εργαζόμενοι και ανεβαίναμε στις μπουλντόζες και κάναμε ότι τις οδηγάμε…
    Τραβούσαμε τους μεγάλους λεβιέδες, ανακατεύαμε τους διακόπτες και ….συμμετείχαμε στην κατασκευή της εθνικής μας καρμανιόλας.

    Αργότερα μετά την αποπεράτωση της, κάθε τρεις και λίγο είχαμε το « προνόμιο» να πηγαίνουμε πρώτοι, στα αλλεπάλληλα θανατηφόρα τροχαία που χάρισαν οι σχεδιαστές, μηχανικοί και κατασκευαστές, στους οδηγούς που ταξίδευαν και συχνά τους ξάπλωναν και έμεναν εκεί μέχρι την έλευση του ασθενοφόρου……..
    Την φασαρία από τις συνεχείς διελεύσεις μέρα – νύχτα, δεν την συνήθισα ποτέ.
    Σε αντίθεση με το τραίνο, που ήταν και ένα είδος ρολογιού και το τακ-τακ των δειχτών το έκαναν οι τροχοί επί των σιδηροτροχιών.
    Αλλά αυτό το κατήργησαν , τι να τα κάνουμε τα τραίνα σε μια χώρα που εκτροχιάζεται κάθεμέρα όλο και πιο πολύ;….σκέφτηκαν οι ειδήμονες, προφανώς και ο Αντωνάκης από την Μεσσηνία….
    Όταν δραπέτευα στο Ξανθοχώρι, με τα αηδόνια, τα κοτσύφια και κανα πριόνι που δούλευε μακριά, καταλάβαινα την διαφορά.

    Ο καιρός πέρασε, ήλθε η θεία κρίση, το ΔΝΤ, οι αλληλέγγυοι Ευρωπαίοι, τεχνοκράτες, τραπεζίτες, πανεπιστημιακοί, οικονομολόγοι και σιγά- σιγά , λιγόστευαν και τα οχήματα στην εθνική μας.
    Μέχρι που δεν με ενοχλούσε και πολύ ο θόρυβος παρά το ότι δεν μεσολαβούσαν πια τα περιβόλια ανάμεσα στο σπίτι και αυτήν, καθότι τα έκοψαν και τα έσκαψαν και τα ισοπέδωσαν όλα, για να φτιάξουν λέει νέα τραινογραμμή και νέα αυτοκινητο-εθνική.

    Να τονίσω βέβαια τα πανηγύρια που έκαναν οι ιδιοκτήτες, όταν τους μετρούσαν τα ευρώ κατά χιλιάδες , σαν αντάλλαγμα για τις ψυχές των δέντρων, που καταστράφηκαν, κατά χιλιάδες…..και τα έκαναν σπίτια και γερμανικά αυτοκίνητα και και ,και…….
    [μόνο κανα δυο ίσως, κλάψαμε, πάνω από τα άψυχα κορμιά των δύο γέρικων, αλλά κοτσονάτων μανταρινιών, των λεμονόδενδρων και του τεράστιου κυπαρισσιού που την μια μέρα το γλίτωσα από το πριόνι του εργολάβου για τα ξύλα, αλλά ήλθε την επομένη που έλειπα και το έκοψε το καθίκι, ενώ δεν υπήρχε κανένας λόγος, γιατί ήταν εκτός σχεδίου………την κατάρα του να έχει, που το ξύλευσε…….

    Δυο, τρεις μέρες τώρα, κάθε πρωί με ξυπνάνε πάλι οι μπουλντόζες, τα φορτηγά, κάτι σειρήνες που όλο σφυρίζουν, συναγερμοί και ένας μεγάλος οδοστρωτήρας που ταρακουνά την περιοχή και μαζί με ένα γκρεϊτερ, κάνει το σπίτι μου να τρίζει..
    Κάτι τζιπ περνάνε τρέχοντας και μας σκονίζουν διαρκώς….

    Κατασκευάζουν την νέα εθνική Κορίνθου –Πατρών ή μάλλον ξαναξεκινούν την κατασκευή της.

    Τώρα όμως φίλε μου Χριστόφορε θέλω κάτι να σου εκμυστηρευτώ.
    Επειδή έχω πια μεγαλώσει., για να με βλέπουν οι συμπολίτες να πηγαίνω να ανεβαίνω στις μπουλντόζες και να τραβάω τους λεβιέδες και να κάνω πως μουγκρίζουν, σαν ζορίζεται το λεπίδι τους που σπρώχνει το πρώην έφορο χώμα που για να γεννά καρπούς ήταν προορισμένο, αλλά άλλες οι βουλές της κυρίας αναπτυξούλας που μας θυμήθηκε πάλι, πηγαίνω σούρουπο, σχεδόν νύχτα.

    Με συντροφεύει ο σκύλος μου ο Φλόκ και ο μαγικός ήχος του ποταμού Σύθα, που ακόμα, αδιαφορώντας για τα εγκλήματα γύρω του , αυτός κάνει πάντα αυτό που καλύτερα ξέρει. Ενώνει το βουνό με την θάλασσα, με μια στριφογυριστή υδάτινη λουρίδα.
    Ανταλλάσσουν τα νέα τους και κανένα μαγικό κουτάκι της ΚΥΠ, δεν μπορεί να υποκλέψει τα ερωτόλογα βουνού και θάλασσας.
    [ Άλλη φορά θα σου πω όμως για αυτά. Μου τα μεταφράζει ο Φλόκ και ξέρω…]

    Πάω λοιπόν και ανακατεύω διακόπτες, λεβιέδες κλπ, αλλά δεν είμαι μόνος!
    Μπορείς ίσως να υποψιαστείς ποιόν συναντώ εκεί κρυφά τις νύχτες;
    Σωστά μάντεψες, αυτόν που δεν βλέπεις εσύ .!
    Εδώ είναι κ-ά-θ-ε βράδυ. Παίζουμε και τα λέμε…

    Πονάει, αγωνιά για την χώρα, τους ανθρώπους της, την περιουσία της, και κυρίως για τους νέους. Που ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους και φεύγουν για άλλες χώρες.
    «Ερχομαι εδώ», μου εκμυστηρεύεται «για να ξεφεύγω».
    «Με κυνηγούν συνέχεια, ο στρουράνας, ο τομισεν, ο βενιζελς, ο κυρ φωτς, ο ανάπηρος γερμανός,η φραουχοντρή, ο σίμος και όλοι οι άλλοι . Με πιέζουν, αγωνιούν θάχουν αύριο θέση – καρέκλα, κουτάλα, μασέλα; Εγώ που να ξέρω, άλλοι κάνουν κουμάντο.
    Εγώ βγαίνω στις κάμερες, αλλάζω πουκάμισα, γραβάτες, αφήνω τον μαντροδένδια να τηρά την τάξη και …το βράδυ το σκάω, και έρχομαι εδώ να παίξω με τον οδοστρωτήρα.
    Και όταν στα μουλωχτά μπροστά τον βάζω και ξεκινάω σιγά –σιγά και αυτός αρχίζει με τον τεράστιο σιδερένιο κύλινδρο να ισοπεδώνει και να λιώνει ότι στο διάβα του συναντά, εγώ ΓΝΩΡΙΖΩ, ότι από κάτω είναι η Ελλάδα και οι άνθρωποι της, για αυτό πονάω και ξενυχτώ αγωνιώντας…….και παίζοντας τον μπολντοζέρη.
    Έτσι έμαθα να τους λιώνω, στα μουλωχτά. Σιγά-σιγά να μην το καταλαβαίνουν.
    Με βοηθούν βέβαια –επειδή αυτά τα τεράστια μηχανήματα είναι δύσκολα στον χειρισμό τους- και ο κυρ Φωτς, εργοδηγός και ο Βενιζελς στο γκρεϊτερ, γιατί το λεπίδι του απαιτεί λεπτούς χειρισμούς της γλώσσας, ώστε να ξυρίζει χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι. Έχω και τον Simos Κ. στο γραφείο εκεί στην άκρη δεξιά για να ζπρώχνει και όλα καλά. Έχω και ασφάλεια, φορούν μαύρα και περιμένουν στην άκρη…θα έλθει η ώρα τους….
    Αυτά μου λέει εμπιστευτικά τα βράδια Χριστόφορε.
    Στα μεταφέρω επειδή νοιώθω την αγωνία σου, ενώ ο Μακριδάκης με τα σπόρια του έχει άλλες έννοιες.
    Μην το πεις πουθενά!
    Μαθαίνει τώρα ο ….ξέρεις ποιος…..
    Δεν κάνει να τον εκθέσουμε!
    Το πώς να λιώνεις στα μουλωχτά με σος ανάπτυξη, θέλει οδοστρωτηρο-τέχνη.

    Υγ. ..πες του δικού σου, μην το βάλλει στην εφημερίδα και το μάθουν όλοι, γιατί θα πλακώσουν την νύχτα στο ποτάμι και ο Φλόκ θα κάνει λάθει στην μετάφραση και στο τέλος αϊ σιχτίρ και η εφημερίδα, προκειμένου να μάθει στραβά το αφεντικό, τον χειρισμό του μηχανήματος…………..
    υγ.αν θες έλα κανα βράδυ, μονος .ομως….

  2. Παράθεμα: Ψόφησε το γομάρι και μας έμεινε το… σαμάρι | Ελεύθερη Λαική Αντιστασιακή Συσπείρωση ( ΕΛ.Λ.Α.Σ)

  3. Παράθεμα: Ψόφησε το γομάρι και μας έμεινε το…σαμάρι !!! | Paganeli

  4. Παράθεμα: Ψόφησε το γομάρι και μας έμεινε το… σαμάρι. | Στείριδα- el Steiri-Στείρι Βοιωτίας

  5. Παράθεμα: Ψόφησε το γομάρι και μας έμεινε το… σαμάρι! | αἰέν ἀριστεύειν

Σχολιάστε